DHMAR– Όχι πια η ανάπτυξη στο περιθώριο. Μέγιστη προτεραιότητα η παραγωγική ανασυγκρότηση και πρωταρχικό αίτημα στη συνολική διαπραγμάτευση για την αναδιάρθρωση του χρέους

Α) Τα προγράμματα <διάσωσης> έπνιξαν την οικονομία μας και καθήλωσαν την ανάπτυξη
Βασική ιδέα των προγραμμάτων «διάσωσης» της οικονομίας που εφαρμόστηκαν από το 2010 στη χώρα ήταν η δημοσιονομική «εξυγίανση» και η σταθεροποίηση. Εφαρμόσθηκε η σκληρή αντίληψη της οικονομικής πολιτικής ότι πάνω από όλα προέχει η λιτότητα, που σημαίνει ταχεία διόρθωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και επομένως σφικτή εισοδηματική πολιτική, ενώ η ανάπτυξη έμεινε και δυστυχώς εξακολουθεί να παραμένει στο περιθώριο.
Η οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα εισήλθε στον έκτο συνεχόμενο χρόνο πρωτοφανούς ύφεσης, αφού η χώρα θα έχει χάσει μέχρι το τέλος του 2013, το 1/4 περίπου του ΑΕΠ της σε σχέση με το έτος 2007. Παρόλα αυτά η δημοσιονομική προσαρμογή που επιβλήθηκε και έχει επιτευχθεί είναι τεράστια, από πρωτογενές έλλειμμα 13,6% το 2009 η χώρα θα εμφανίσει κυκλικά προσαρμοσμένο πλεόνασμα 4,3 % το 2013, όταν η ευρωζώνη εμφανίζει αρκετά μικρότερο, 1,4%!
Προσαρμογή σοκ αποσυνδεμένη από κάθε έννοια αναπτυξιακής διάστασης και κοινωνικής προστασίας με εξίσου τεράστιο κοινωνικό και ανθρώπινο κόστος από την εκτόξευση της ανεργίας και την φτωχοποίηση μεγάλου τμήματος του πληθυσμού.
Η ΔΗΜΑΡ ποτέ δεν υιοθέτησε τη σκληρή αντίληψη της οικονομικής πολιτικής των μνημονίων ότι πάνω από όλα προέχει η σταθεροποίηση μέσα από την ακραία λιτότητα. Από την αρχή διαπίστωσε το δομικό πρόβλημα και προέβλεψε τις επιπτώσεις και γι αυτό συνεχώς επεσήμανε ότι οι δύο στόχοι της σταθεροποίησης και της ανάπτυξης έπρεπε τουλάχιστον να επιδιώκονται παράλληλα, ενώ έγκαιρα έπρεπε να σπάσει το σπιράλ ύφεσης, να προταχθεί ο στόχος της ανάπτυξης μέσα από την αναδιάταξη των προτεραιοτήτων της οικονομικής πολιτικής προς όφελος της κοινωνικής και αναπτυξιακής προοπτικής. Βασικός στόχος γι αυτό είναι η έξοδος από τους υφεσιακούς ρυθμούς και η παραγωγική ανασυγκρότηση. Βασική προϋπόθεση η ενίσχυση της παραγωγικής – πραγματικής οικονομίας με τη μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό και παραγωγικό πρότυπο.
Παράλληλα πρέπει να αξιοποιηθούν από την Κυβέρνηση οι σαφείς πλέον διαπιστώσεις του ΔΝΤ και πολλών πολιτικών της Ευρωζώνης ότι το πρόγραμμα διάσωσης στην Ελλάδα είχε πολλά λάθη και αυτοαναιρείται από τη μεγάλη ύφεση και την εκτόξευση της ανεργίας, π.χ. το ΔΝΤ αναγνώρισε ότι είχε υποτιμήσει τους πολλαπλασιαστές και ότι η διόρθωση των ελλειμμάτων σε χώρες που δεν έχουν δικό τους νόμισμα δεν πρέπει να ξεπερνά το 1,5% του ΑΕΠ διότι η διόρθωση αυτοαναιρείται, τα μνημόνια όμως στην Ελλάδα επέβαλλαν διορθώσεις πάνω από 3,0% του ΑΕΠ, ενώ ο κ. Σουλτς και πολλοί Ευρωπαίοι ζητούν να απολογηθούν οι υποστηρικτές των υφεσιακών αυτών προγραμμάτων. Θα μπορεί να διεκδικήσει έτσι η Κυβέρνηση και να επιτύχει και αναδιάρθρωση του χρέους που θα υποστηρίζει την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας, αλλά και ένα πρόσθετο, έκτακτο οικονομικό πρόγραμμα με νέες στοχευμένες αναπτυξιακές πρωτοβουλίες κατά της ανεργίας, ενίσχυσης των μηχανισμών ή σύστασης νέων για την τόνωση της ρευστότητας και τη χρηματοδότηση των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων κ.ά.
Β) Προσανατολισμός της ανάπτυξης – Νέο παραγωγικό μοντέλο
Η κυβέρνηση με τις μέχρι σήμερα αποσπασματικές πολιτικές της δείχνει να μην έχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο ανασυγκρότησης για έξοδο από την κρίση, αλλά και ενεργοποίησης της αναπτυξιακής διαδικασίας μετά τη σχετική σταθεροποίηση. Δεν είναι επίσης σαφής ο τρόπος με τον οποίο θα εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι για στήριξη του όποιου σχεδίου ανάπτυξης όταν είναι απαραίτητη η επίτευξη του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος μέρος του οποίου πρέπει να κατευθυνθεί στην κοινωνική προστασία και την κάλυψη των κοινωνικών ελλειμμάτων, αλλά και στην εξόφληση των χρεολυσίων και των τόκων μέχρι το 2057. Ο στόχος της αποπληρωμής του χρέους μέσω της δημιουργίας μεγάλου πρωτογενούς πλεονάσματος, σε συνδυασμό με τις μεταρρυθμίσεις για την ανάπτυξη που βασίζονται στην μείωση των μισθών για την επίτευξη της εσωτερικής υποτίμησης, στις άρον- άρον αποκρατικοποιήσεις και στην απελευθέρωση των αγορών, έτσι ώστε να γίνει ο ιδιωτικός τομέας ατμομηχανή της ανάπτυξης, αποδείχθηκε έως σήμερα αναποτελεσματικός έως και καταστροφικός. Ειδικότερα η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων, κυρίως των στρατηγικής και κοινωνικής σημασίας ΔΕΚΟ, γίνεται άναρχα με μόνη επιδίωξη την αποπληρωμή του χρέους. Χωρίς στρατηγικό σχέδιο και αναπτυξιακό πρόγραμμα που θα τους έδιδε προστιθέμενη αξία. Γίνεται έτσι ορατός ο κίνδυνος να μεταφερθούν επί πλέον χρέη στις επόμενες γενιές και ζημίες μη αναστρέψιμες, γεγονός που ήδη έχουν διαπιστώσει πολλά κράτη της ΕΕ ιδιαίτερα για το νερό και την ενέργεια.
Η ανάπτυξη πρέπει να έχει στοιχεία διατηρησιμότητας και να διαχέονται οι ωφέλειες στο σύνολο της κοινωνίας. Το παραγωγικό μοντέλο της χώρας πρέπει να μετασχηματισθεί ριζικά και να στηριχθεί σε ένα κράτος δικαίου, με μια αναδιοργανωμένη δημόσια διοίκηση φιλική προς την αναπτυξιακή διαδικασία και την επιχειρηματικότητα.
Πρέπει να βασίζεται σε όλους τους σύγχρονους δυναμικούς κλάδους της οικονομίας και ιδιαίτερα σ’ αυτούς τους οικονομικούς τομείς που η χώρα μας διατηρεί συγκριτικά στρατηγικά πλεονεκτήματα και να αναπτύσσεται με βάση την καινοτομία και την εξωστρέφεια, που θα ενσωματώνει τις σύγχρονες κατακτήσεις της γνώσης, της τεχνολογίας και της εξειδικευμένης έρευνας.
Να δίδεται προτεραιότητα σε δραστηριότητες με μεγάλο εισοδηματικό πολλαπλασιαστή, που αυξάνουν την παραγωγικότητα, ενισχύουν την εξωστρέφεια και δημιουργούν μεγάλο αριθμό μόνιμων θέσεων εργασίας. Να δημιουργούνται προϋποθέσεις περιφερειακής και τοπικής οικονομικής ανάπτυξης με τη ενίσχυση των τοπικών συμπράξεων και την υιοθέτηση στρατηγικών αξιοποίησης των τοπικών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.
Η επιλογή στόχων και τομέων προτεραιοτήτων θα καθορίζονται αξιοκρατικά χωρίς την επιρροή τοπικών, κομματικών ή ιδιωτικών συμφερόντων, λαμβάνοντας υπόψη την μείωση της ανεργίας, την αύξηση του ΑΕΠ και της παραγωγικότητας, την υποκατάσταση εισαγωγών και την αύξηση των εξαγωγών.

Γ) Χρηματοδότηση της ανάπτυξης (Αναπτυξιακός νόμος – ιδιωτικές επενδύσεις) και πόροι ΠΔΕ (Εθνικοί , ΕΣΠΑ )
Το πιο σημαντικό ζήτημα για την ένταξη της χώρας σ’ ένα νέο αναπτυξιακό αυτή τη φορά κύκλο είναι η εξεύρεση των απαραίτητων πόρων για την χρηματοδότηση των αναπτυξιακών πρωτοβουλιών είτε αυτοί προέρχονται από τον δημόσιο είτε από τον ιδιωτικό τομέα.
Η χρηματοδότηση των επενδυτικών πρωτοβουλιών και γενικά η χρηματοδότηση της υγιούς επιχειρηματικότητας, που δημιουργεί νέες θέσεις απασχόλησης, μπορεί να ενισχυθεί, από τους περιορισμένους λόγω της κρίσης εθνικούς πόρους, από το τραπεζικό σύστημα το οποίο πρέπει να προχωρήσει πιο ενεργά στη παροχή ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία με τη χρηματοδότηση των ιδιωτικών επενδύσεων με χαμηλότερα επιτόκια και μεγαλύτερη ευελιξία.
Χρειάζεται να αξιοποιηθούν και όχι απλά να απορροφηθούν οι πόροι των διαρθρωτικών ταμείων τόσο της τρέχουσας όσο και της επόμενης προγραμματικής περιόδου.
Παράλληλα θα πρέπει να ενισχυθεί το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων το οποίο αποτελεί βασικό αναπτυξιακό εργαλείο και κύριο πολλαπλασιαστή της ελληνικής οικονομίας για την ανάπτυξη και την απασχόληση και να μην αποτελεί το σύνηθες θύμα για την κάλυψη των ελλειμμάτων και τη δημιουργία πρόσκαιρων πλεονασμάτων.
Τα χρηματοδοτικά μέσα μπορούν να υπάρξουν με το συνδυασμό της αξιοποίησης πόρων του ΕΣΠΑ, της δανειοδότησης από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και της κινητοποίησης ιδιωτικών πόρων και της διεκδίκησης ενός ειδικού αναπτυξιακού πακέτου από την Ε.Ε. για τη στήριξη επενδύσεων σε όλους τους τομείς της οικονομίας. Αναλυτικότερα:
Γ.1 Αναπτυξιακός Νόμος
Η κυβέρνηση προσπαθώντας να παρέμβει στο θεσμικό πλαίσιο για τις ιδιωτικές επενδύσεις προώθησε τον “νέο” αναπτυξιακό νόμο (Ν. 4146/2013) στην προσπάθεια βελτίωσης του προηγούμενου Αναπτυξιακού Νόμου (Ν. 3908/2011). Δίνει ιδιαίτερο βάρος στις Στρατηγικές Ιδιωτικές Επενδύσεις, ως απάντηση στο πρόβλημα της ύφεσης και της καταπολέμησης της ανεργίας, μέσω της αλλαγής του καθεστώτος του fast track, έχοντας ως κεντρικούς στόχους τον περιορισμό της γραφειοκρατίας από τη μία και τη διεύρυνση του πλαισίου των στρατηγικών επενδύσεων από την άλλη. Είναι όμως φανερό ότι η έλλειψη ενδιαφέροντος για τέτοιες επενδύσεις δεν συνδέεται μόνο με τη διαδικασία αδειοδότησης, αλλά και με τα γενικότερα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας, και με θέματα που συνδέονται με τον διεθνή ανταγωνισμό και το ρόλο της Ελλάδας σ’ αυτόν.
Είναι προφανές ότι ο νέος νόμος δεν αρκεί από μόνος του για την ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας και την τόνωση της ρευστότητας. Και αυτό γιατί οι ρυθμίσεις του δε βοηθούν όσο επιβάλλεται σήμερα τη μικρή και μεσαία επιχειρηματικότητα. Ενώ απαιτείται έμφαση και αποτελεσματικότερες ρυθμίσεις και έλεγχοι στη σύνδεση των στρατηγικών παρεμβάσεων και ενισχύσεων με τη δημιουργία σταθερών θέσεων εργασίας, με υψηλό εισοδηματικό πολλαπλασιαστή.
Τέλος, πρέπει να τονισθεί ότι παρά τις εξαγγελίες της Κυβέρνησης για τον συγκεκριμένο Νόμο, αυτός δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως αφού εκκρεμούν διάφορα ΠΔ για να ολοκληρωθεί το θεσμικό πλαίσιο και ότι παρά τις υψηλές προσδοκίες για προώθηση των στρατηγικών επενδύσεων κανένα αποτέλεσμα δεν έχει ανακοινωθεί από την κυβέρνηση.

Γ.2. ΕΣΠΑ – Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ)
Το συντριπτικό ποσοστό των πόρων του ΠΔΕ προέρχονται από επιχορηγήσεις της ΕΕ μέσω των διαρθρωτικών ταμείων. Η εκτέλεση του ΠΔΕ ακολουθεί τη μεθοδολογία των τελευταίων χρόνων και μειώνεται συνεχώς, καθώς προτιμάται μια βραχυπρόθεσμη εντύπωση από την εμφάνιση μείωσης του ελλείμματος αντί μιας πολλαπλά επωφελούς αναπτυξιακής διαδικασίας, τα αποτελέσματα της οποίας θα εμφανίζονται σε μεσοπρόθεσμο διάστημα, αφού και κατά τις εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, ο πιο σημαντικός πολλαπλασιαστής εισοδήματος της ελληνικής οικονομίας είναι οι δημόσιες επενδύσεις.
Για τον λόγο αυτό συνεχώς επιμένουμε για την ενίσχυση των δημόσιων επενδύσεων και της εξεύρεσης πρόσθετων πόρων γι αυτό, όπως και τη σημασία ορθής, αποτελεσματικής και έγκαιρης διαχείρισης του ΕΣΠΑ.
Τον τελευταίο χρόνο για την υλοποίηση του ΕΣΠΑ, έγιναν κάποια σημαντικά βήματα, όπως η οριστικοποίηση της αναθεώρησης (2012) του ΕΣΠΑ με μεταφορά πόρων προς την επιχειρηματικότητα, η εκταμίευση πόρων από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων μετά από μεγάλη καθυστέρηση, ρυθμίσεις απλοποίησης διαδικασιών, επανασχεδιασμός των προγραμμάτων του ΕΤΕΑΝ που υλοποιούνται από τις τράπεζες (επιμήκυνση δανείων, χορήγηση κεφαλαίων κίνησης και εγγυητικών επιστολών).
Παρά ταύτα υπάρχουν μία σειρά εκκρεμοτήτων όπως είναι το ξεκαθάρισμα των στάσιμων ή ανενεργών έργων, η μεταφορά κονδυλίων από επιχειρησιακά προγράμματα με χαμηλή απορρόφηση σε άλλα με υψηλή ζήτηση, αναζήτηση πόρων για την κάλυψη προγραμμάτων κατά της ανεργίας και γενικά κοινωνικής προστασίας, αναζήτηση πόρων για την επανεκκίνηση των τεσσάρων οδικών αξόνων της χώρας κ.α. Παράλληλα, υπάρχουν προγράμματα στήριξης των Μικρομεσαίων Επιχειρήσεων που βρίσκονται σε εξέλιξη τα οποία καθυστερούν σημαντικά, ιδιαίτερα αυτά στα οποία εμπλέκεται το τραπεζικό σύστημα, και για τα οποία είναι γνωστό ότι δεν μπορούν να πραγματοποιηθούν οι επενδύσεις λόγω αδυναμίας των επιχειρήσεων να βρουν τους απαραίτητους πόρους για κάλυψη της ίδιας συμμετοχής που οφείλεται στη προβληματική χρηματοδότηση από τις τράπεζες. Κι αυτό γίνεται τη στιγμή που οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν, ενώ κατά τη διάρκεια του έτους υπογράφτηκαν και σχετικές συμφωνίες με την ΕΤΕπ για την τόνωση της ρευστότητας των ΜΜΕ. Το Υπουργείο Ανάπτυξης φοβούμενο την αδυναμία ανταπόκρισης λόγω έλλειψης ρευστότητας των ΜΜΕ που έχουν καταθέσει επενδυτικές προτάσεις για χρηματοδότηση μέσω του ΕΣΠΑ, προχώρησε σε υπερδέσμευση πόρων. Η τακτική της υπερδέσμευσης πόρων – ουσιαστικά πόρων που δεν υπάρχουν εν τοις πράγμασι – μπορεί να εξασφαλίζει σε μεγάλο βαθμό την απορρόφηση των πόρων του αρχικού προϋπολογισμού του Προγράμματος, δεν εξασφαλίζει όμως σε καμία περίπτωση ρευστότητα για τις ΜΜε. Για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Προγράμματος οι ΜΜε πρέπει να έχουν είτε ίδια κεφάλαια είτε πρόσβαση σε τραπεζική χρηματοδότηση. Μέχρι σήμερα οι τράπεζες έχουν ερμητικά κλειστές τις στρόφιγγες και αυτό είναι κάτι που επισημαίνεται απ’ όλους.
Σημειώνεται επίσης, ότι σύμφωνα με το ΕΤΕΑΝ 7 στις 10 αιτήσεις για δανειοδότηση απορρίπτονται με κυριότερη αιτία την αδυναμία προσκόμισης από πλευράς των επιχειρήσεων φορολογικής και ασφαλιστικής ενημερότητας, ακυρώνοντας ουσιαστικά ένα εργαλείο παροχής ρευστότητας. Την ίδια στιγμή η πρόσφατη δέσμευση των Τραπεζών σε συμφωνία με το Υπουργείο Ανάπτυξης για παροχή ρευστότητας ύψους 2 δις € έως το τέλος του χρόνου αναβλήθηκε για το 2014.
Τέλος σε ότι αφορά την καταπολέμηση της ανεργίας, προωθούνται προγράμματα απασχόλησης ανέργων μέσω ΟΑΕΔ σε Δήμους, ενεργοποιώντας πολιτικές που εφαρμόστηκαν στο παρελθόν και δεν είχαν τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Εξάλλου είναι γνωστό ότι οι ενεργητικές πολιτικές για την απασχόληση εφαρμόστηκαν σ’ ένα πλαίσιο ενίσχυσης της προσφοράς εργασίας και κοινωνικής διαχείρισης της ανεργίας, λειτουργώντας ως υποκατάστατο στις πολιτικές προστασίας των ανέργων. Kαταδεικνύεται η ανάγκη τα νέα προγράμματα κατά της ανεργίας να υπακούουν σε ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό με ενεργητικές πολιτικές για την απασχόληση, οι δράσεις να μην είναι αποσπασματικές, και να αφορούν κατά προτεραιότητα ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες.
Δ) Τομείς και κλάδοι ανάπτυξης
Ζητούμενο σήμερα είναι η ενεργοποίηση ενός εθνικού σχεδίου μεταφοράς της οικονομικής δραστηριότητας σε προϊόντα εμπορεύσιμα, με στροφή στην καινοτομία, εξαγωγικό προσανατολισμό και ενίσχυση της εξωστρέφειας. Ώθηση στην ανάπτυξη σε τομείς με συγκριτικά πλεονεκτήματα όπως ο πρωτογενής τομέας (γεωργία, κτηνοτροφία, αλιεία), ο τουρισμός, η ναυτιλία και η ενέργεια. Απαιτείται άμεσα :
Δ1) Ανασυγκρότηση του πρωτογενούς τομέα.
Στις σημερινές συνθήκες αποτελεί επιτακτική ανάγκη η χάραξη μίας ολοκληρωμένης στρατηγικής για τον αγροτικό τομέα. Μία στρατηγική που θα κινείται στο τετράπτυχο: αγροτική ανάπτυξη – αειφορία – ανταγωνιστικότητα – κοινωνική συνοχή. Ο πρωτογενής τομέας έχει τη δυνατότητα να συμβάλλει στην αειφόρο αγροτική ανάπτυξη και στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Η γεωργία πρέπει να καταστεί ανταγωνιστική και παράλληλα να σέβεται το περιβάλλον.
Η ολοκληρωμένη ανάπτυξη της υπαίθρου, καθώς και η ανάδειξη των ποιοτικών χαρακτηριστικών και των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της ελληνικής γεωργίας πρέπει να αποτελέσουν βασικό στόχο. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η σύνταξη εθνικού σχεδίου για την ανόρθωση της αγροτικής οικονομίας, το οποίο θα περιλαμβάνει στοιχεία εκσυγχρονισμού της αγροτικής παραγωγής με στροφή σε προϊόντα που η χώρα πλεονεκτεί, δημιουργία συστήματος και ελέγχων και πιστοποιήσεων, έμφαση στην ποιότητα, οργάνωση και διαχείριση αγροτικών υποδομών κ.λπ.
Δ2) Ανάπτυξη του ενιαίου συμπλέγματος τουρισμού – πολιτισμού.
Το σύμπλεγμα τουρισμού – πολιτισμού αποτελούσε και αποτελεί βασικό μοχλό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Η οικονομική κρίση της τελευταίας τετραετίας έχει κάνει επιτακτική την ανάγκη για την εκπόνηση ενός συγκροτημένου σχεδίου αναδιάρθρωσης που θα δημιουργούσε το πλαίσιο της στρατηγικής του ελληνικού τουρισμού. Πάνω σ’ ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσαμε να «στήσουμε» όλο το «οικοδόμημα» του ελληνικού τουρισμού για τα επόμενα χρόνια.
Αντ’ αυτού η κυβέρνηση θεσμοθέτησε (Ν. 4179/2013) ένα σχέδιο που δεν διαμορφώνει μία νέα τουριστική πολιτική που έχει ανάγκη η χώρα και το οποίο δεν διαθέτει συγκεκριμένη στόχευση, στερείται οράματος για την ανάπτυξη του τουρισμού στη χώρα γιατί τού λείπει η συνεκτική λογική, τού λείπει η φιλοσοφία για το τι είδους τουριστική ανάπτυξη επιδιώκει.
Επιπλέον, η κυβέρνηση θεσμοθέτησε τον εν λόγω Νόμο την ίδια στιγμή που ήταν υπό επεξεργασία το Ειδικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού για τον Τουρισμό, προκαταλαμβάνοντας ουσιαστικά τις ρυθμίσεις του. Οι όποιες ρυθμίσεις θα έπρεπε να ήταν ενταγμένες στο Επικαιροποιημένο Ειδικό Πλαίσιο, δίνοντας έτσι το στίγμα για την τουριστική πολιτική των επόμενων χρόνων.

Δ3) Αξιοποίηση του υψηλού μορφωτικού επιπέδου των νέων για τη δημιουργία επιχειρήσεων σε τομείς γνώσης.
Με δεδομένο ότι η χώρα έχει πολύ υψηλό μορφωτικό επίπεδο, αλλά και το γεγονός ότι την τελευταία τριετία της κρίσης παρατηρείται μεγάλη φυγή επιστημόνων – κυρίως νέων – στο εξωτερικό (brain drain) λόγω αδυναμίας εξεύρεσης αντίστοιχης με τα προσόντα τους εργασίας, θα πρέπει η έρευνα και καινοτομία να αποτελούν βασικούς τομείς στους οποίους οφείλουμε να επενδύσουμε ως στρατηγική επιλογή εξόδου από τη σημερινή κρίση.
Τα μέχρι σήμερα στοιχεία δείχνουν σημαντική υστέρηση της χώρας μας στο πεδίο αυτό και ότι η εκπαίδευση παρέχει μια πληθώρα «αδρανών» γνώσεων χωρίς να αναπτύσσει τις κριτικές δεξιότητες. Παράλληλα διαπιστώνεται χαμηλή ερευνητική δραστηριότητα των επιχειρήσεων η οποία κυμαίνεται στο 30% της συνολικής εθνικής δαπάνη ενώ στις ευρωπαϊκές με υψηλές οικονομικές επιδόσεις υπερβαίνει το 60%. Αυτό αποτελεί ταυτόχρονα και την έκφραση μιας δομικής αδυναμίας της ελληνικής κοινωνίας η οποία σχετίζεται με τον χαμηλό βαθμό αλληλεπίδρασης του εκπαιδευτικού και ερευνητικού συστήματος με τον παραγωγικό τομέα.
Είναι λοιπόν με βάση την αποτίμηση της σημερινής κατάστασης να ενισχυθεί η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία, να συνδεθούν με τον παραγωγικό ιστό της χώρας, αλλά και με τις λειτουργικές και αναπτυξιακές ανάγκες του δημόσιου τομέα και εν τέλει να αποτελέσουν βασική αναπτυξιακή επιλογή αξιοποιώντας ταυτόχρονα το υψηλό μορφωτικά ανθρώπινο δυναμικό της χώρας. Υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης της χώρας μας ο ενιαίος και μακρόπνοος Εθνικός Στρατηγικός Σχεδιασμός για Έρευνα και Ανάπτυξη στη χώρα μας στο πλαίσιο του νέου Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2014-2020 καθώς και η διεύρυνση της συμμετοχή μας στην ευρωπαϊκές δράσεις εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας αποτελούν σημαντικούς παράγοντες τους οποίους οφείλουμε να αξιοποιήσουμε.
Δ4) Ενίσχυση της εξωστρέφειας και προώθηση των αναγκαίων συνεργασιών για την αντιμετώπιση των εγγενών αδυναμιών των επιχειρήσεων μικρής κλίμακας.
Το νέο αναπτυξιακό μοντέλο πρέπει να εστιάζει σε εκείνους τους οικονομικούς κλάδους που συγκεντρώνουν συγκριτικά πλεονεκτήματα για τη χώρα. Κλάδους που στηρίζονται σε παραδοσιακές και σύγχρονες δυναμικές καλλιέργειες, στην σύγχρονη μεταποίηση και ιδιαίτερα στην μεταποίηση ποιοτικών αγροτικών προϊόντων, στον ποιοτικό και εναλλακτικό τουρισμό, στις υπηρεσίες αυξημένης προστιθέμενης αξίας, στις νέες τεχνολογίες, στην πράσινη ενέργεια και σε μια σειρά άλλους σύγχρονους και δυναμικούς κλάδους της νέας οικονομίας.
Οι αναπτυξιακοί άξονες στους οποίους θα στηριχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας, εντάσσονται σε ένα γενικότερο στρατηγικό χωροταξικό σχεδιασμό, όπου θα αντιμετωπίζονται θέματα κλειδιά, όπως η χρήση γης, το δασολόγιο, το κτηματολόγιο, τα ρυθμιστικά σχέδια των μεγάλων πόλεων, τα κλαδικά και περιφερειακά χωροταξικά σχέδια και το γενικό χωροταξικό σχέδιο της χώρας. Οι αναπτυξιακές αυτές κατευθύνσεις εντάσσονται στο πλαίσιο του ευρύτερου στρατηγικού σχεδίου ανόρθωσης της οικονομίας της χώρας.
Δ5) Αξιοποίηση των ενεργειακών δυνατοτήτων της χώρας. Εθνικός ενεργειακός σχεδιασμός και προτεραιότητα στα θέματα προσδιορισμού του ενεργειακού μίγματος και του άμεσα συνδεδεμένου με αυτό , του ενεργειακού κόστους.
Το ενεργειακό κόστος με τη σειρά του είναι βασικός παράγοντας για την ανάπτυξη και την ανταγωνιστικότητα της βιομηχανικής παραγωγής, αλλά και του πρωτογενούς τομέα και των αγροτικών προϊόντων.
Η χώρα χρειάζεται μια εθνική ενεργειακή πολιτική, που να αντιμετωπίσει τόσο τα ζητήματα της παραγωγής όσο και τα ζητήματα της αγοράς ενέργειας. Τα προβλήματα της παραγωγής ενέργειας είναι πολλαπλά και σύνθετα αλλά και οι δυνατότητες και οι φυσικές πηγές της χώρας πολύ σημαντικές και οι συμβατικές και οι ΑΠΕ. Τα προβλήματα της αγοράς ενέργειας κυρίως μετά την απελευθέρωση είναι καθοριστικά για την εθνική οικονομία, κρίσιμα για την προστασία των καταναλωτών αλλά και για την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής βιομηχανίας και της προσέλκυσης νέων επενδύσεων. Σε αυτό τον ενεργειακό σχεδιασμό και τον καθορισμό του ενεργειακού μείγματος και κόστους σημαντικό ρόλο πρέπει να έχουν δυνατότητες αλλά και οι υποχρεώσεις των εγχώριων ενεργειακών φορέων και η προστασία τους σε σχέση με τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος, από μια άκρατη αποκρατικοποίηση και διαμελισμό των ιματίων τους, βλέπε ιδιωτικοποίηση των δικτύων ενέργειας, σπάσιμο της Δ.Ε.Η. όλα για όλα για την πώληση του ΔΕΣΦΑ κλπ.

Μετά τα παραπάνω ερωτώνται οι κ.κ. Υπουργοί:
1. Με δεδομένο ότι: α) η χώρα έχει υποστεί την πιο βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή η οποία οδήγησε σ’ ένα φαύλο κύκλο βαθιάς ύφεσης, β) το ΔΝΤ, η ΕΕ και μεμονωμένοι αξιωματούχοι παραδέχτηκαν λάθη στο πρόγραμμα της Ελλάδας και γ) η διαιώνιση της πολιτικής λιτότητας για εξυπηρέτηση του χρέους οδηγεί σε αδιέξοδο, ποιες είναι οι ενέργειες τις κυβέρνησης:
α) Για την αλλαγή του Προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής ώστε να τεθεί στο επίκεντρο η ανάπτυξη και συγχρόνως να αποκατασταθούν τα προβλήματα και οι αρρυθμίες στην οικονομία και στην ανάπτυξη που δημιούργησαν οι λανθασμένες επιλογές αυτού;
β) Έχει κάνει ή προτίθεται να ξεκινήσει η κυβέρνηση έναν νέο γύρο διαπραγματεύσεων για την αναδιάρθρωση του χρέους και για τα θέματα που συζητάμε, την απελευθέρωση πόρων για την ανάπτυξη;

2. Ποιες είναι οι κατευθύνσεις και ο προσανατολισμός για την επανεκκίνηση της αναπτυξιακής διαδικασίας της χώρας; Ποιο είναι το παραγωγικό μοντέλο που θέλει να ακολουθήσει η κυβέρνηση; Στηρίζεται ή θα στηριχθεί στις μελέτες που έχει παραγγείλει η κυβέρνηση (ΙΟΒΕ, ΚΕΠΕ) ή κάποιες που έχει ήδη στα χέρια της (McKinsey) ή απλά θα ακολουθήσει, άραγε πως και πότε, την πρόσφατη προγραμματική συμφωνία της δικομματικής κυβέρνησης;

3. Δεδομένου ότι η χρηματοδότηση της ανάπτυξης αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας:
α) Πόσες στρατηγικές επενδύσεις έχουν εγκριθεί έως σήμερα από τις αρμόδιες υπηρεσίες, πόσες έχουν ήδη υλοποιηθεί, ποιος είναι ο προϋπολογισμός τους και πόσες μόνιμες θέσεις εργασίας θα εξασφαλίσουν;
β) Προτίθεται η κυβέρνηση να ενισχύσει το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων και να σταματήσει να το χρησιμοποιεί σαν “μαξιλάρι” για την κάλυψη πάσης φύσεως ελλειμμάτων, έτσι ώστε να καταστεί πραγματικό αναπτυξιακό εργαλείο, που θα διαχέει πολλαπλασιαστικά και ισόρροπα τα οφέλη στη χώρα;
γ) Ποιες είναι οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης πέραν της υπεδέσμευσης πόρων κυρίως προς στο Τραπεζικό σύστημα, έτσι ώστε αυτό να παρέχει την απαραίτητη ρευστότητα για την υλοποίηση επενδύσεων από τις Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις δεδομένου ότι επανειλημμένα και παρά τις όποιες συμφωνίες αναβάλουν την διοχέτευση πόρων;
δ) Ποια είναι η πρόοδος του τρέχοντος ΕΣΠΑ έως σήμερα; Έχει εγκριθεί η τελευταία αναθεώρηση του; Από ποια προγράμματα και ποιες δράσεις θα περικοπούν πόροι για να μεταφερθούν στους οδικούς άξονες για την επανεκκίνησή τους; Έχει ολοκληρωθεί το ξεσκαρτάρισμα των έργων που έχει ανακοινωθεί από τις αρχές του έτους; Σε τι ύψος ανέρχεται ο προϋπολογισμός τους;
ε) Πότε και ποιες συμβάσεις παραχώρησης για την κατασκευή των τεσσάρων βασικών αξόνων της χώρας θα κατατεθούν στην Βουλή για έγκριση; Ποια θα είναι η επιβάρυνση του δημοσίου και πότε προβλέπεται η επανεκκίνηση των έργων η οποία αποτελεί σημαντική προϋπόθεση για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας.
στ) Δεδομένου ότι η επόμενη προγραμματική περίοδος ξεκινά άμεσα, σε ποιο στάδιο βρίσκεται ο επιχειρησιακός σχεδιασμός. Έχει γίνει η αρχική κατανομή των πόρων στα επιχειρησιακά και τα περιφερειακά προγράμματα;

4. Έχει εκπονηθεί από τα αρμόδια Υπουργεία εθνικό σχέδιο για την απασχόληση και την καταπολέμηση της ανεργίας και ποιοι είναι οι στόχοι αυτού; Έχουν σχεδιαστεί οι επιμέρους δράσεις ώστε αυτές να στοχεύουν στην ουσιαστική ενίσχυση των ανέργων και στην αξιοποίηση με το καλύτερο δυνατό τρόπο των διαθέσιμων πόρων;

5. Με δεδομένο ότι ζητούμενο σήμερα είναι η ενεργοποίηση ενός εθνικού σχεδίου μεταφοράς της οικονομικής δραστηριότητας σε προϊόντα εμπορεύσιμα, με στροφή στην καινοτομία, εξαγωγικό προσανατολισμό και ενίσχυση της εξωστρέφειας:
α) Αποτελεί για την κυβέρνηση σημαντική προτεραιότητα η ανόρθωση του πρωτογενούς τομέα της χώρας και της μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων. Έχει συνταχθεί εθνικό σχέδιο και ποιες είναι οι κατευθύνσεις του;
β) Δεδομένου ότι οι βασικές πολιτικές της κυβέρνησης για τον τουρισμό είναι αποσπασματικές και ενισχύουν την ανάπτυξη των μεγάλων επενδύσεων υπάρχει η οποιαδήποτε πρόβλεψη στον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας στον τομέα του τουρισμού με μέριμνα για:
– Για τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σ’ αυτόν;
– Για την ανάπτυξη του ενιαίου συμπλέγματος τουρισμού – πολιτισμού, με δράσεις και επενδύσεις ισόρροπα κατανεμημένες στις Περιφέρειες της χώρας;

6. Απασχολεί την Κυβέρνηση το θέμα δομικής αδυναμίας της παραγωγικής διαδικασίας, αδυναμίας που σχετίζεται με τον χαμηλό βαθμό αλληλεπίδρασης του εκπαιδευτικού και ερευνητικού συστήματος με τον παραγωγικό τομέα και πως;. Δηλαδή
α) Υπάρχει πρόγραμμα να ενισχυθεί η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία ώστε να συνδεθούν με τον παραγωγικό ιστό της χώρας, αλλά και με τις λειτουργικές και αναπτυξιακές ανάγκες του δημόσιου τομέα και εν τέλει να αποτελέσουν βασική αναπτυξιακή επιλογή αξιοποιώντας ταυτόχρονα το υψηλό μορφωτικά ανθρώπινο δυναμικό της χώρας.
γ) Υπό τις παρούσες συνθήκες οικονομικής κρίσης και της φυγής των νέων θα αξιοποιηθούν οι σχετικές δυνατότητες που δίδονται στο πλαίσιο του νέου Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου Αναφοράς (ΕΣΠΑ) 2014-2020 και θα διερευνηθούν πρόσθετες δυνατότητες συμμετοχή μας σε ευρωπαϊκές δράσεις εκπαίδευσης, έρευνας και καινοτομίας;