Εξελίσσεται η κρίση χρέους σε νομισματική κρίση; Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει τις τελευταίες μέρες μερίδα αναλυτών μετά και την νέα πτώση της ισοτιμίας του ευρώ. Κατά πόσον όμως είναι δικαιολογημένες αυτές οι ανησυχίες;

Όταν το 2002 καθιερώθηκε η κυκλοφορία του ευρώ, η ισοτιμία του έναντι του δολαρίου ήταν σχεδόν 1:1. Έκτοτε το ενιαίο νόμισμα γνώρισε μια ανοδική πορεία με την ισοτιμία του να φτάνει το 2008 έως και τα 1,48 δολάρια. Τα τελευταία χρόνια η ισοτιμία του μπορεί να υποχώρησε, ωστόσο σήμερα συνεχίζει να παραμένει σε υψηλά επίπεδα.

Όσο πιο ακριβό το ευρώ, τόσο πιο ακριβές και οι εξαγωγές. Συνεπώς, η πρόσφατη πτώση της ισοτιμίας του ευρώ ωφελεί τις ευρωπαϊκές εξαγωγές, θα πει ο Φόλκερ Χελμάγερ, επικεφαλής οικονομολόγος της Bremer Landesbank:

«Για την ευρωζώνη συνολικά, ένα αδύναμο ευρώ βοηθά τις εξαγωγές. Ωστόσο δεν επωφελούνται όλες οι χώρες του ευρώ στον ίδιο βαθμό. Το ύψος των εισαγωγών της Γερμανίας σε δολάρια, για παράδειγμα, είναι μεγαλύτερο από τις εξαγωγές σε δολάρια. Ως εκ τούτου για τη Γερμανία δεν αλλάζουν πολλά».

Ο ρόλος των επιτοκίων

Στις διεθνείς αγορές πολλές εμπορικές συναλλαγές που αφορούν πρώτες ύλες γίνονται σε δολάρια, ακόμη κι αν αυτές δεν παράγονται στις ΗΠΑ. Όταν λοιπόν χάνει το ευρώ, πετρέλαιο και φυσικό αέριο γίνονται πιο ακριβά ακόμη κι αν δεν έχει μεταβληθεί στο ελάχιστο η τιμή του πετρελαίου σε δολάρια. Το ίδιο ισχύει και για πολλά άλλα προϊόντα και πρώτες ύλες που χρειάζεται, για παράδειγμα, η γερμανική βιομηχανία.

Σημαντικό ρόλο στις συναλλαγματικές ισοτιμίες παίζει όμως και το ύψος των επιτοκίων σε μια νομισματική ένωση. Οι επενδυτές επενδύουν φυσικά τα χρήματά τους εκεί όπου έχουν τις υψηλότερες αποδόσεις. Στην ευρωζώνη το βασικό επιτόκιο κυμαίνεται σήμερα μόλις στο 1 %, στις ΗΠΑ είναι ακόμη χαμηλότερο, μεταξύ 0 και 0,25 %.

Υψηλότερα επιτόκια υπόσχονται αντίθετα τα κρατικά ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης. Πρόσφατα η Ιταλία αναγκάστηκε να πληρώσει ένα επιτόκιο ύψους 7 % για να δανειστεί. Ωστόσο, και δεδομένης της κρίσης χρέους, οι επενδυτές είναι αρκετά διστακτικοί όσον αφορά την αγορά κρατικών ομολόγων από τις υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Τα επιτόκια είναι ελκυστικά, αλλά ο κίνδυνος ενός κουρέματος υπαρκτός, όπως κατέδειξε το ελληνικό παράδειγμα. Έτσι όταν επενδύουν αλλού τα λεφτά τους, το ευρώ έχει χαμηλότερη ζήτηση και συνεπώς χάνει σε αξία.

Το ελληνικό ζήτημα

Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και το ελληνικό ζήτημα και οι εντεινόμενες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους. Όπως σημειώνει ο ειδικός Χελμάγερ:

«Στο θέμα της Ελλάδας έχει γίνει ένα μεγάλο λάθος τους τελευταίους 18 μήνες. Ζητήσαμε από την Ελλάδα περισσότερα από αυτά που μπορεί να κάνει. Όταν κάνεις μεταρρυθμίσεις είναι σημαντικό να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στη βιώσιμη ανάπτυξη και τις αλλαγές που συντελούνται. Τώρα η Ευρώπη καλείται να εκπονήσει ένα σχέδιο Μάρσαλ για την Ελλάδα προκειμένου να επηρεαστεί θετικά η ψυχολογία της οικονομίας στη χώρα. Η Ευρώπη δεν θα πρέπει να αποτύχει λόγω της Ελλάδας. Συμφωνώ απόλυτα με την Α. Μέρκελ ότι θα πρέπει να παραμείνει στο ευρώ. Εάν δεν είμαστε σε θέση να εξυγιάνουμε μια χώρα 10 εκατομμυρίων, τότε η Ευρώπη διακυβεύει το μέλλον της».

Ο ίδιος είναι αισιόδοξος ότι η ευρωζώνη θα εξέλθει ενισχυμένη από την κρίση. «Η προσαρμογή είναι επίπονη, αλλά στο τέλος του δρόμου θα έχουμε μια πολιτική ένωση», προβλέπει ο ειδικός.

Πηγή: DW– Andreas Becker / Κώστας Συμεωνίδης
Υπεύθ. σύνταξης: Άρης Καλτιριμτζής

skai.gr