Ήταν 15 Μαρτίου του 1962 όταν ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Κένεντυ δήλωνε «Η έννοια του καταναλωτή, εξ ορισμού, περιλαμβάνει όλους τους πολίτες. Αποτελούν τη μεγαλύτερη οικονομική ομάδα που επηρεάζει και επηρεάζεται από κάθε απόφαση που λαμβάνεται για την οικονομία από δημόσιο και ιδιωτικό φορέα. Αποτελεί τη μόνη σημαντική οικονομική ομάδα της οποίας οι απόψεις δεν ακούγονται», και η ημέρα αυτή καθιερωνόταν σαν Παγκόσμια Ημέρα του Καταναλωτή.

Πενήντα χρόνια μετά   η διαπίστωση εκείνη, για τη θέση των καταναλωτών στην αγορά παραμένει δυστυχώς επίκαιρη. Οι αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων, η αδιαλλαξία, η αδυναμία λήψης αποτελεσματικών πολιτικών αποφάσεων παραμένουν ως χαρακτηριστικά του οικονομικού, πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου. Σε μία εποχή όπου το εισόδημα των καταναλωτών έχει μειωθεί κατά 30 ή 40%, ο ένας στους πέντε εργαζόμενους είναι άνεργος, τα χαράτσια έχουν «στραγγίσει» τα ελληνικά νοικοκυριά και ο πληθωρισμός «τρέχει» με πάνω από 4%,όλα αυτά έχουν οδηγήσει σε οικονομική εξαθλίωση τους καταναλωτές, οι οποίοι αδυνατούν να ανταποκριθούν ακόμα και στην κάλυψη των βασικών αναγκών των οικογενειών τους.

Οι συνεχείς φοροεπιδρομές, το «κούρεμα » μισθών και συντάξεων, η αβέβαιη καθοδηγούμενη από την Τρόϊκα  οικονομική πολιτική στην οποία δεν διαφαίνονται «κοιτίδες» ανάπτυξης, παρά μόνο επιβολή νέων φοροεισπρακτικών μέτρων, δημιουργεί στους καταναλωτές αίσθημα ανασφάλειας. Αυτό διαφαίνεται ξεκάθαρα καθώς οι Έλληνες ελαχιστοποιούν ακόμα και τις βασικές τους ανάγκες.

Συν τοις άλλοις τα Μ.Μ.Ε «τρομοκρατούν» ,καθώς ο ρόλος τους δεν περιορίζεται στα όρια της ορθής ενημέρωσης. «Βομβαρδίζουν» συνεχώς τους καταναλωτές με τα αρνητικά οικονομικά τεκταινόμενα, με αποτέλεσμα να καλλιεργούν κλίμα ανασφάλειας. Μέσα σε αυτό το κλίμα, που υποδαυλίζουν με τις ενέργειες τους τα Μ.Μ.Ε, δημιουργούνται ιδιαίτερες περιπτώσεις παραπληροφόρησης στους καταναλωτές.

Σε ένα περιβάλλον όπου η κατανάλωση έχει «παγώσει», οι προμηθευτές έχουν κόψει τις πιστώσεις και οι τράπεζες έχουν κλείσει εντελώς τις στρόφιγγες της χρηματοδότησης.

Η οικονομική ύφεση έχει φέρει ήδη το «λουκέτο» σε πάνω από 130000 ελληνικές επιχειρήσεις, που ακόμα και  στην περίοδο των εκπτώσεων ο τζίρος τους κυμάνθηκε αρνητικά. Είναι μαθηματικά βέβαιο ότι αν συνεχιστεί αυτό το αρνητικό κλίμα και δεν υπάρξουν προοπτικές ανάπτυξης, θα κλείσουν οι μισές ελληνικές επιχειρήσεις. Πέρα των αποτελεσμάτων της ανεργίας και της φτώχειας για αυτούς που χάνουν τις δουλείες τους, οι καταναλωτές θα στερηθούν προϊόντα και ποιοτικές υπηρεσίες από τις επιχειρήσεις αυτές.

Στον αντίποδα τα πολυκαταστήματα αυξάνονται συνεχώς και η ελληνική αγορά αφελληνίζεται καθώς τα περισσότερα από αυτά είναι ξένων συμφερόντων. Οι συνθήκες ολιγοπωλίου, καθώς οι ελληνικές επιχειρήσεις εξαφανίζονται, μεσοπρόθεσμα θα οδηγήσουν σε αύξηση τιμών. Το φαινόμενο αυτό είναι ήδη εμφανές καθώς εν μέσω ύφεσης οι τιμές παραμένουν υψηλές ιδιαίτερα στα εμπορεύματα που διακινούνται μέσω των μεγάλων καταστημάτων ( τρόφιμα).

Με τις «ευλογίες»  και την μεθόδευση από την πλευρά του Κράτους, εμφανίζονται οικονομικά συμφέροντα τα οποία είναι αλλοπρόσαλλα προς την αγορά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, είναι η εμφάνιση του κινήματος της πατάτας το οποίο λαμβάνει μάλιστα την πλήρη υποστήριξη των Μ.Μ.Ε. Πώς λοιπόν να εμπιστευτούμε το Κράτος, όταν στις απεριόριστες δηλώσεις των κυβερνόντων για καθολική πάταξη της φοροδιαφυγής, το ίδιο ενισχύει τις περιπτώσεις φοροδιαφυγής επιτρέποντας τέτοιες συμπεριφορές.

Το βραδυκίνητο Ελληνικό Δημόσιο με τις πάμπολλες και αχρείαστες υπηρεσίες που εξυπηρετούσαν καθαρά και μόνο τα συμφέροντα των πολιτικών, ποτέ δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την ανεξέλεγκτη διακίνηση προϊόντων τα οποία σε καμία περίπτωση δεν πληρούσαν τις απαραίτητες προδιαγραφές. Οι ελλιπείς υγειονομικοί έλεγχοι καθώς και η μη έγκαιρη επέμβαση για την κατάσχεση και καταστροφή των μη εγκεκριμένων προϊόντων, θέτει σοβαρό ζήτημα για την υγεία και την ασφάλεια των καταναλωτών.

Είναι γεγονός ότι ζούμε σε ένα κόσμο στον οποίο η βία ,η σπατάλη και η προσπάθεια καθιέρωσης ενός «στημένου» τρόπου ζωής, έχουν γίνει καθημερινά χαρακτηριστικά, αποφέροντας συγχρόνως κέρδη στους ασύδοτους και στις ξένων συμφερόντων επιχειρήσεις. Η μεθοδευμένη επίθεση από τους εξουσιαστές της οικονομίας εναντίον της Ελλάδας, είναι περισσότερο επικίνδυνη από ποτέ.

Οι έμποροι συνεχίζουμε τον αγώνα μας για τα αυτονόητα, για να μπορέσουμε να προσφέρουμε ποιοτικές υπηρεσίες στους καταναλωτές. Επιμένουμε στην κατεύθυνση της ανάπτυξης της χώρας. Στη στήριξη της πραγματικής οικονομίας με ρευστότητα.

Απαιτούμε την υιοθέτηση ενός σύγχρονου, απλού και δίκαιου φορολογικού συστήματος. Πρέπει επιτέλους να σταματήσει η υφεσιακή πολιτική και η υπερφορολόγηση. Επιδιώκουμε τον εκσυγχρονισμό των αρμοδίων  Δημοσίων Υπηρεσιών Εμπορίου και Ελέγχων και την πλήρη και ουσιαστική κατάρτιση των εργαζομένων σε αυτές, ώστε να επεμβαίνουν άμεσα, προστατεύοντας τον καταναλωτή. Μόνο έτσι θα εξασφαλιστεί η ασφάλεια και η υγεία των καταναλωτών.

Πενήντα Χρόνια μετά η κατάσταση φαντάζει πιο δραματική από ποτέ. Όλοι αγωνιούμε για τις τύχες μας και για τις οικογένειες μας. Είναι επιτακτική ανάγκη να ορίσουμε από μόνοι μας το μέλλον. Αγωνιζόμαστε για την ανάπτυξη του τόπου, απαιτούμε ίσες ευκαιρίες για όλους, δημιουργούμε μια ελληνικών συμφερόντων οικονομία που θα συμβάλλει στην διατήρηση των ελληνικών επιχειρήσεων οι οποίες θα συνεχίσουν να εξυπηρετούν απρόσκοπτα και ποιοτικά τον καταναλωτή.

Το μικρό ελληνικών συμφερόντων εμπόριο βρίσκεται σταθερά δίπλα στον καταναλωτή και στηρίζει με όλες του τις δυνάμεις τα τέσσερα βασικά δικαιώματα όπως πριν από πενήντα χρόνια τα έθεσε ο Τζόν Κένεντυ.

  • Ικανοποίηση των βασικών αναγκών
  • Ασφάλεια
  • Πληροφόρηση
  • Επιλογή

 

 

             Ο Πρόεδρος                                                                       Ο Γεν. Γραμματέας

 

 

 

      Παγώνης Βασίλειος                                                              Ευαγγελίου Ευάγγελος